ΤΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ
του ΣΤΑΜΑΤΗ ΚΑΡΜΑΝΤΖΗ
Όταν κάθε χρόνο ανακοινώνονταν η σχετική παγκόσμια λίστα αξιολόγησης της ανταγωνιστικότητας, δεν έλειπαν τα κροκοδείλια δάκρυα για τη συνεχή κατρακύλα της χώρας μας. Οι λόγοι της διαρκούς πτώσης, που το αρχικό της σημείο συμπίπτει με την είσοδο μας στο ευρώ, αναφέρονται διεξοδικά στις σχετικές εκθέσεις κι αφορούν κυρίως δομικά ζητήματα όπως η διαφθορά, η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η φορολογία, οι υποδομές (τεχνολογία, ενέργεια) κλπ. Κατορθώσαμε όμως, το τελευταίο διάστημα, η συζήτηση σχετικά με την Ελληνική οικονομία να επικεντρωθεί στο ύψος των μισθών, λες κι αν θεωρητικά τους… μηδενίζαμε η Ελλάδα θα μετατρέπονταν αυτόματα σε επενδυτικό παράδεισο!
Είναι δεδομένο ότι την τελευταία δεκαετία υπήρξε μια σημαντική ονομαστική αύξηση μισθών ως αποτέλεσμα της σταθερής ανάπτυξης και του υψηλού μέσου πληθωρισμού. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι αυτή η ανάπτυξη δεν στηρίχτηκε σε στέρεες παραγωγικές βάσεις αλλά στο φθηνό δανεισμό και την υψηλή κατανάλωση.
Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα, πως αντιμετωπίζεις τη «λάθος» ανάπτυξη; Επαναφέροντας βίαια την οικονομία και τους μισθούς σε προγενέστερο επίπεδο που αντικατοπτρίζει τις παραγωγικές σου δυνατότητες ή προωθείς άμεσα την υγιή επιχειρηματικότητα με σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο και ενίσχυση της ρευστότητας; Το πρώτο απλά καταδικάζει σε καχεξία την οικονομία και δεν δίνει μακροπρόθεσμη προοπτική επιβίωσης του παραγωγικού μοντέλου.
Μια χώρα θεωρείται ανταγωνιστική κι άρα θελκτική προς τους επενδυτές, όταν πληρούνται μερικές αυτονόητες προϋποθέσεις. Διαθέτει πολιτική και κοινωνική σταθερότητα (μάλλον κάνουμε ότι μπορούμε για να μην έχουμε καμιά από τις δυο!), οικονομικά «φιλικό» περιβάλλον με ταχύτατες διαδικασίες και κρατικό ρόλο που δεν συντηρούν τη διαφθορά και την ατέρμονη γραφειοκρατία, μειωμένη φορολογία (από άμεση και ΦΠΑ έως τις υπέρογκες εργοδοτικές εισφορές), σύγχρονες υποδομές(από τον ψηφιακό κόσμο και την ενέργεια έως τις μεταφορές που σήμερα περιορίζονται με τις μειωμένες δημόσιες επενδύσεις).
Όταν απαγκιστρωθούμε από κρατικοδίαιτες αντιλήψεις, απενοχοποιήσουμε την εύρυθμη ανταγωνιστική λειτουργία του επιχειρείν, επενδύσουμε στη γνώση και την καινοτομία, τότε η οικονομία μας θα είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική. Η «απλή»... μείωση των μισθών δεν θα βελτιώσει κανέναν από τους παραπάνω παράγοντες ούτε θα αλλάξει δραματικά την εικόνα της χώρας μας ως επενδυτικού προορισμού.
Ίσως τους μόνους που μπορεί να εξυπηρετεί αυτή η συζήτηση είναι όσους προσβλέπουν σε κάποιες επενδύσεις στην Ελλάδα υπό ειδικό καθεστώς (φορολογικό, ασφαλιστικό, εργασιακό) σε κρίσιμους τομείς όπως πχ. οι ΑΠΕ και γενικότερα η ενέργεια.
του ΣΤΑΜΑΤΗ ΚΑΡΜΑΝΤΖΗ
Όταν κάθε χρόνο ανακοινώνονταν η σχετική παγκόσμια λίστα αξιολόγησης της ανταγωνιστικότητας, δεν έλειπαν τα κροκοδείλια δάκρυα για τη συνεχή κατρακύλα της χώρας μας. Οι λόγοι της διαρκούς πτώσης, που το αρχικό της σημείο συμπίπτει με την είσοδο μας στο ευρώ, αναφέρονται διεξοδικά στις σχετικές εκθέσεις κι αφορούν κυρίως δομικά ζητήματα όπως η διαφθορά, η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η φορολογία, οι υποδομές (τεχνολογία, ενέργεια) κλπ. Κατορθώσαμε όμως, το τελευταίο διάστημα, η συζήτηση σχετικά με την Ελληνική οικονομία να επικεντρωθεί στο ύψος των μισθών, λες κι αν θεωρητικά τους… μηδενίζαμε η Ελλάδα θα μετατρέπονταν αυτόματα σε επενδυτικό παράδεισο!
Είναι δεδομένο ότι την τελευταία δεκαετία υπήρξε μια σημαντική ονομαστική αύξηση μισθών ως αποτέλεσμα της σταθερής ανάπτυξης και του υψηλού μέσου πληθωρισμού. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι αυτή η ανάπτυξη δεν στηρίχτηκε σε στέρεες παραγωγικές βάσεις αλλά στο φθηνό δανεισμό και την υψηλή κατανάλωση.
Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα, πως αντιμετωπίζεις τη «λάθος» ανάπτυξη; Επαναφέροντας βίαια την οικονομία και τους μισθούς σε προγενέστερο επίπεδο που αντικατοπτρίζει τις παραγωγικές σου δυνατότητες ή προωθείς άμεσα την υγιή επιχειρηματικότητα με σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο και ενίσχυση της ρευστότητας; Το πρώτο απλά καταδικάζει σε καχεξία την οικονομία και δεν δίνει μακροπρόθεσμη προοπτική επιβίωσης του παραγωγικού μοντέλου.
Μια χώρα θεωρείται ανταγωνιστική κι άρα θελκτική προς τους επενδυτές, όταν πληρούνται μερικές αυτονόητες προϋποθέσεις. Διαθέτει πολιτική και κοινωνική σταθερότητα (μάλλον κάνουμε ότι μπορούμε για να μην έχουμε καμιά από τις δυο!), οικονομικά «φιλικό» περιβάλλον με ταχύτατες διαδικασίες και κρατικό ρόλο που δεν συντηρούν τη διαφθορά και την ατέρμονη γραφειοκρατία, μειωμένη φορολογία (από άμεση και ΦΠΑ έως τις υπέρογκες εργοδοτικές εισφορές), σύγχρονες υποδομές(από τον ψηφιακό κόσμο και την ενέργεια έως τις μεταφορές που σήμερα περιορίζονται με τις μειωμένες δημόσιες επενδύσεις).
Όταν απαγκιστρωθούμε από κρατικοδίαιτες αντιλήψεις, απενοχοποιήσουμε την εύρυθμη ανταγωνιστική λειτουργία του επιχειρείν, επενδύσουμε στη γνώση και την καινοτομία, τότε η οικονομία μας θα είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική. Η «απλή»... μείωση των μισθών δεν θα βελτιώσει κανέναν από τους παραπάνω παράγοντες ούτε θα αλλάξει δραματικά την εικόνα της χώρας μας ως επενδυτικού προορισμού.
Ίσως τους μόνους που μπορεί να εξυπηρετεί αυτή η συζήτηση είναι όσους προσβλέπουν σε κάποιες επενδύσεις στην Ελλάδα υπό ειδικό καθεστώς (φορολογικό, ασφαλιστικό, εργασιακό) σε κρίσιμους τομείς όπως πχ. οι ΑΠΕ και γενικότερα η ενέργεια.